- παλλακῆς
- παλλακήyoung girlfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
PELLEX — antiquis proprie ea dicta est, quae uxorem habenti nupsit, Fest. ut Concubina, quae caelibi viro, sine nuptiis cohabitat, Freinshemius Not. ad Curtium l. 3. c. 3. Huic poenam constituit Numa, Lege hâc: Pellex. aram. Iunonis. ne tangito. si.… … Hofmann J. Lexicon universale
πορνοκρατία — η, Ν 1. καθεστώς κατά το οποίο κυριαρχούν οι πόρνες 2. φρ. «εποχή πορνοκρατίας» εκκλ. μεταβατική περίοδος τής ιστορίας τού παπισμού στη διάρκεια τής οποίας ο έλεγχος τού παπικού θρόνου είχε περιέλθει στην τοσκανική φατρία τού Αδελβέρτου και τής… … Dictionary of Greek